Κάποιες έρευνες υποστηρίζουν πως τα καιρικά φαινόμενα έχουν αντίκτυπο στη διάθεσή μας, ενώ άλλες μας θέλουν περισσότερο ανθεκτικούς.
Τελικά, τι ισχύει;
Όσο απίστευτο κι αν ακούγεται, ο μέσος άνθρωπος μιλάει για τον καιρό περίπου τέσσερις φορές κάθε μέρα, με μέση διάρκεια 8 λεπτά και 21 δευτερόλεπτα, σύμφωνα με αμερικανική έρευνα.
Πολλαπλασιάζοντας αυτόν τον δείκτη με μια διάρκεια ζωής περίπου στα 80 χρόνια (μέσος όρος προσδόκιμου ζωής στην Ελλάδα το 2021) καταλήγουμε ότι περνάμε 5,5 περίπου μήνες της ζωής μας να συζητάμε για το πόσο καίει ο ήλιος ή πότε θα βρέξει.
Γιατί όμως; Πρόκειται για το γνωστό small talk, μια έμφυτη ανάγκη να σπάσουμε τον πάγο με τον συνάδελφο μας όταν παίρνουμε το ασανσέρ στη δουλειά, ή όταν συναντιόμαστε με τον γείτονα πηγαίνοντας μια βόλτα τον σκύλο μας το πρωί; Ή μήπως ο καιρός επηρεάζει πραγματικά τη διάθεσή μας;
Τι λένε οι έρευνες
Ε, λοιπόν, ισχύουν και τα δύο παραπάνω. Διαφορετικές έρευνες γύρω από τη σύνδεση καιρού και ψυχολογίας έχουν διαφορετικά αποτελέσματα, ωστόσο για να ξεκινήσουμε να το εξετάζουμε, ας φέρουμε στο τραπέζι το SAD (Seasonal Affective Disorder). Πρόκειται για ένα συγκεκριμένο είδος κατάθλιψης που παρατηρείται σε άτομα που έχουν λίγη έκθεση στον ήλιο, όταν οι μέρες είναι μικρότερες και τα σύννεφα, η βροχή, ή το χιόνι εμποδίζουν τον ήλιο από το να εμφανιστεί.
Τα συμπτώματα αυτής της ιδιαίτερης κατάθλιψης είναι συνηθισμένα: απώλεια ενέργειας, δυσκολία συγκέντρωσης, αίσθηση απόγνωσης. Γι’αυτούς, λοιπόν, οι καιρικές συνθήκες, και δη η έλλειψη ηλιοφάνειας έχουν καταστροφικό αντίκτυπο.
Τι συμβαίνει όμως με τον υπόλοιπο πληθυσμό, που δεν έχει διαγνωσμένη κατάθλιψη; Έρευνα του Θίο Κλίμστρα για το American Psychologιcal Association (2011) κατέληξε σε τέσσερις τύπους αντίδρασης στον καιρό:
Αυτοί που δεν επηρεάζονται από τον καιρό (48%)
Αυτοί που αγαπούν το καλοκαίρι και η διάθεση τους βελτιώνεται τις ζεστές μέρες με ηλιοφάνεια (17%)
Αυτοί που μισούν το καλοκαίρι και νιώθουν περισσότερη ευεξία σε δροσερές, συννεφιασμένες μέρες (27%)
Αυτούς που μισούν τη βροχή (9%)
Η παραπάνω έρευνα υποδεικνύει όχι μόνο πως κάποιοι είναι ανθεκτικοί στην αλλαγή καιρού, αλλά επίσης ότι ένα κομμάτι του πληθυσμού απολαμβάνει τον «κακό καιρό».
Κακός καιρός, άσχημες αντιδράσεις;
Τα ευρήματα του Τζαπ Ντένισεν, που πραγματοποίησε έρευνα το 2008 για το American Psychologιcal Association, υπογραμμίζουν όχι τόσο πως ο καλός καιρός μας κάνει περισσότερο ευτυχισμένους, αλλά περισσότερο πως ο κακός καιρός μας «ρίχνει», μας κάνει πιο οξύθυμους, αγχωμένους και νευρικούς.
Με άλλα λόγια, ένας δυστυχής άνθρωπος δεν πρόκειται να πετάξει από τη χαρά του όταν έχει ήλιο, αλλά αντιθέτως αν έχει κακό καιρό, μπορεί να επιβαρυνθεί η διάθεσή του. Όσοι έχουν περάσει κατάθλιψη γνωρίζουν πως μερικές φορές ο καλός καιρός μπορεί να προσθέσει πίεση στον ασθενή, που νιώθει πως δε συμβαδίζει με την καλή διάθεση του περίγυρού του.
Άλλη έρευνα βρίσκει μια σύνδεση μεταξύ της επιθετικής συμπεριφοράς και του καύσωνα. Ο Σόλομον Σιάνγκ που εξέτασε το ζήτημα το 2013 για το περιοδικό Science σημειώνει πως οι ακραίες θερμοκρασίες κάνουν τους ανθρώπους πιο ευερέθιστους αυξάνοντας τις βίαιες εκρήξεις κατά 14%. Μάλιστα, αυτά τα ευρήματα δεν αφορούν μόνο υψηλές θερμοκρασίες αλλά και την δυνατή βροχή – ειδικά σε μέρη όπου δε βρέχει συχνά, και οι κάτοικοι δεν είναι συνηθισμένοι. Οι ερευνητές πάντως επιμένουν πως ναι μεν υπάρχει σύνδεση, ωστόσο δεν είναι σίγουροι ότι ο κακός καιρός προκαλεί αυτές τις συμπεριφορές.
Τι καταλαβαίνουμε από τα παραπάνω; Μάλλον, πως κάποιοι από εμάς θα συνεχίσουν να πιάνουν ψιλή κουβεντούλα με τους γείτονες για την ξαφνική μπόρα ή τους ισχυρούς ανέμους. Ορισμένοι θα επηρεάζονται ουσιαστικά από συνηθισμένα καιρικά φαινόμενα, και άλλοι δε θα έχουν καμία αντίδραση. Ωστόσο, μια απλή συμβουλή: ας μην πηγαίνουμε κόντρα στον καιρό, εκτός κι αν θέλουμε επί τούτου να περπατήσουμε στη βροχή.